Κατά το τελευταίο μου ταξίδι στο Πεκίνο, προσκεκλημένος του Πανεπιστημίου της Κίνας για την Πολιτική και Νομική Επιστήμη (CUPL), συζήτησα με πολλούς και αξιόλογους κινέζους συναδέλφους για την πορεία της Κίνας. Συνέλεξα πολλές πληροφορίες, που σε πολλές περιπτώσεις αυτές δεν φτάνουν μέχρι την Ελλάδα λόγω κυρίως του μικρόκοσμου στον οποίο ζούμε οι Έλληνες. Βασιζόμενος σε αυτές τις συζητήσεις και πληροφορίες, κατέληξα σε ορισμένα συμπεράσματα, τα οποία θεώρησα χρήσιμο να καταγράψω σε μια σειρά άρθρων. Να γιατί.
Ενώ οι φυσικές επιστήμες έχουν την δυνατότητα να ελέγχουν τις θεωρίες τους σε ειδικό εργαστήριο, ελέγχοντας τις συνθήκες διεξαγωγής του πειράματος, στις κοινωνικές επιστήμες αυτό δεν είναι δυνατό. Οι κοινωνικοί επιστήμονες δεν μπορούν να ελέγξουν πειραματικά τις θεωρίες τους, κρατώντας σταθερούς όλους τους εξωτερικούς ως προς την θεωρία παράγοντες. Όμως, η ιστορία πολλές φορές λειτουργεί σαν εργαστήριο, δίνοντας την δυνατότητα στους κοινωνικούς επιστήμονες να ελέγξουν τις θεωρίες τους.
Μετά τον πόλεμο, η Κίνα μπορεί να χαρακτηριστεί ένα ιδιότυπο ιστορικό πείραμα που διεξάγεται στο εργαστήρι της ιστορίας. Θα εξηγήσω αργότερα γιατί. Σε αυτό το ιστορικό πείραμα είδα ότι μπορούμε να ελέγξουμε κάποιες από τις οικονομικές θεωρίες που έχουν διατυπωθεί σχετικά με την λειτουργία της οικονομίας. Σε αυτό το πρώτο άρθρο θα αναφερθώ στην θεωρία των θεσμών, όπως αυτή έχει διατυπωθεί και αναλυθεί από τους οικονομολόγους. Σε επόμενα άρθρα θα αναφερθώ και σε άλλες θεωρίες, ειδικά σε αυτές που αναφέρονται στο διεθνές εμπόριο όπως τα θεωρήματα των Hecksher-Ohlin, Prebish-Singer, Stolper –Samuelson, κ.α.
Εξηγείται λοιπόν η μεταπολεμική πορεία της Κίνας από την θεωρία των θεσμών όπως αυτή διατυπώνεται από τους οικονομολόγους (economic institutions); Ας εξετάσουμε λοιπόν πιο αναλυτικά.
Οι σύγχρονοι θεσμικοί οικονομολόγοι, με πρωτεργάτες τους Douglas North και Oliver Williamson (και οι δύο τιμήθηκαν με το Νόμπελ οικονομίας), θεωρούν τους θεσμούς ως «τους κανόνες του παιχνιδιού» στις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας. Ειδικότερα, το 1990, ο D. North, δίνοντας τον σύγχρονο τυπικό ορισμό των θεσμών, όρισε τους θεσμούς ως «τους περιορισμούς εκείνους που έχουν σχεδιαστεί και δημιουργηθεί από τους ανθρώπους και συνδιαμορφώνουν τις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις». Δηλαδή, σύμφωνα με τον North, οι θεσμοί αποτελούν ανθρώπινα δημιουργήματα και δεν προέρχονται από θεία αποκάλυψη. Εδώ, ο Κ. Καστορίαδης δίνει παραπλήσιο νόημα όταν μιλά για την αυτοθέσμιση της κοινωνίας στην αρχαία δημοκρατία. Για την περίπτωσή μας θεωρούμε την διάκριση των θεσμών σε οικονομικούς (θεσμοί που διαμορφώνουν τα κίνητρα στους ανθρώπους και προσδιορίζουν την διανομή) και πολιτικούς (θεσμοί που διαμορφώνουν τα πολιτικά κίνητρα και προσδιορίζουν την διανομή της πολιτικής δύναμης).
Παράδειγμα οικονομικού θεσμού είναι η αγορά. Η αγορά δεν αποτελεί μια φυσική επιλογή ούτε μια δια αποκαλύψεως επινόηση αλλά μια ανθρώπινη επινόηση για την ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών, η οποία δίνει κίνητρα (κέρδος για τον παραγωγό και καθαρή ωφέλεια για τον καταναλωτή) και διαμορφώνει την διανομή του πλεονάσματος μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή. Έτσι, εάν ο θεσμός της αγοράς είναι μονοπωλιακός, τότε ο παραγωγός παίρνει μεγαλύτερο πλεόνασμα από την περίπτωση που η αγορά είναι περισσότερο ανταγωνιστική. Άλλος θεσμός, που ενδιαφέρει και την περίπτωσή μας, είναι τα δικαιώματα περιουσίας, δηλαδή, το δικαίωμα του ανθρώπου να απολαμβάνει το αποτέλεσμα της περιουσίας του είτε αυτή είναι υλική (πχ. ακίνητο) είτε χρηματική (πχ ομόλογα) είτε φυσική δύναμη και τεχνικές δεξιότητες (πχ. οι ικανότητες ενός ηλεκτρολόγου ή ενός εργάτη ) είτε τέλος πνευματική (πχ οι πνευματικές ικανότητες του εργαζόμενου). Το αποτέλεσμα αυτών των περιουσιών μπορεί να είναι αντίστοιχα το ενοίκιο, ο τόκος, ο μισθός.
Με την επικράτηση του κομμουνιστικού κόμματος κατά την επανάσταση του 1949, ο Μάο θέσμισε τον κεντρικό σχεδιασμό ως τον θεσμό που περιορίζει και διαμορφώνει τις οικονομικές κυρίως αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ατόμων. Η πλήρης κρατικοποίηση και κολλεκτιβοποίηση της κινεζικής οικονομίας έφτασε στο απόγειο της κατά την «πολιτιστική επανάσταση» του 1966, όταν η «συμμορία των τεσσάρων» επέβαλε την ακραία κολλεκτιβοποίηση της Κίνας. Αποτέλεσμα αυτής της τριακονταετούς εφαρμογής του κεντρικού σχεδιασμού ήταν η Κίνα να κατατάσσεται στις φτωχότερες χώρες του πλανήτη.
Το 1976, την χρονιά που πέθανε ο Μάο, η Κίνα ήταν μια από τις πλέον φτωχές χώρες του πλανήτη. Το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα ήταν μόλις 250 δολάρια το 1980 και το προσδόκιμο της ζωής ήταν 66 έτη. Σήμερα, η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα ανέρχεται στα 7.570 δολάρια, ενώ μέσα στην τελευταία πενταετία το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της διπλασιάστηκε, το προσδόκιμο της ζωής το 2010 ανήλθε στα 73 έτη και η Κίνα συνεχίζει να αναπτύσσεται με αρκετά γρήγορους ρυθμούς. Τι συνέβη λοιπόν και άλλαξαν τα πράγματα σε τόσο σημαντικό βαθμό;
Όταν στην αρχή μίλησα για ιστορικό πείραμα σε συνθήκες εργαστηρίου, εννοούσα ότι έχουμε μια μεταβολή σε κάποιον ή κάποιους παράγοντες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομία της Κίνας και παρέμειναν σταθεροί. Ειδικότερα, ο πληθυσμός παρέμεινε ο ίδιος ενώ και ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού παρέμεινε ο ίδιος. Η εθνική συγκρότηση της Κίνας παρέμεινε η ίδια. Η κουλτούρα παρέμεινε η ίδια. Το πολιτικό καθεστώς παρέμενε το ίδιο, ενώ και το κυβερνών κομμουνιστικό κόμμα που κυβερνά τα τελευταία 60 χρόνια παρέμεινε το ίδιο. Η εθνική και περιφερειακή και τοπική κουλτούρα παρέμεινε η ίδια. Το μόνο που άλλαξε στα τελευταία 60 χρόνια ήταν η υιοθέτηση από τον Ντεγκ Χσιαο Πιγκ, το 1978, των δικαιωμάτων περιουσίας. Αν και μέχρι σήμερα υπάρχει έλλειμμα στην πλήρη προστασία αυτών των δικαιωμάτων, η υιοθέτηση τους προκάλεσε τελικά μια απίστευτη αναπροσαρμογή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Έδωσε την δυνατότητα στον εργαζόμενο με υψηλό επενδυμένο ανθρώπινο κεφάλαιο να απολαύσει την απόδοση αυτού κεφαλαίου, λαμβάνοντας μεγαλύτερο μισθό. Έδωσε την δυνατότητα στους κατοίκους να απολαύσουν τα ενοίκια από την γη που τους δόθηκε από το κράτος. Έδωσε την δυνατότητα στον επιχειρηματία να διακινδυνεύσει κεφάλαια και να θέσει στην υπηρεσία της επιχείρησης τις προσωπικές του δυνατότητες, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα απολαύσει την ανταμοιβή . Έτσι οι αποδόσεις των περιουσιακών δικαιωμάτων αποτέλεσαν ίσως το ισχυρότερο κίνητρο (incentive) για τους Κινέζους να δουλέψουν σκληρά, να ριψοκινδυνεύσουν τα κεφάλαια τους, να επενδύσουν σε τεχνικές και πνευματικές δεξιότητες διότι γνώριζαν ότι θα απολαύσουν τις αποδόσεις των παραπάνω.
Έτσι λοιπόν, ενώ όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες παρέμειναν οι ίδιοι, η υιοθέτηση του θεσμού των δικαιωμάτων περιουσίας σε όλες τις μορφές της, όπως είδαμε παραπάνω είχε ως αποτέλεσμα την οικονομική απογείωση. Δημιουργήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και εκατομμύρια θέσεις εργασίας και ταυτόχρονα το εμπόριο της Κίνας εκτινάχτηκε στα ύψη. Οι πολίτες της Κίνας είχαν πλέον το δικαίωμα να απολαύσουν την περιουσία τους.
Συμπερασματικά, λοιπόν, προκύπτει ότι η εξηκονταετής οικονομική πορεία αποδεικνύει την θέση των θεσμικών οικονομικών ότι ένας κακός θεσμός μπορεί να οδηγήσει μια χώρα σε φτώχια, ενώ αντίθετα ένας καλός θεσμός μπορεί να οδηγήσει την χώρα σε οικονομική ανάπτυξη. Η Κίνα τα γνώρισε και τα δύο.
Τι γίνεται όμως με την πλήρη προστασία αυτών των δικαιωμάτων; Πως τελικά προκλήθηκε αυτή η συστημική αλλαγή; Αυτά στο επόμενο άρθρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου